- φθαρτῶν
- φθαρτόςdestructiblefem gen plφθαρτόςdestructiblemasc/neut gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… … Dictionary of Greek
GENITA Mana — qualis olim Genius fuerit, docet Plutarch. in Quaest. Rom. q. 52. διὰ τί, inquit, τῇ καλουμένῃ Γενείτη μάνῃ κύνα θύουσι, καὶ κατεύχονται μηδένα χρηςτὸν ἀποβῆναι τῶ οἰκογευῶν. ἢ ὅτι δαίμων ἐςτὶν ἡ Γενείτα περὶ τᾶς γευέσεις καὶ τὰς λοχείας τῶ… … Hofmann J. Lexicon universale
λιμάνι — Προστατευμένη φυσική ή τεχνητή περιοχή σε παραλία, σε όχθη ποταμού ή λίμνης, που προσφέρεται για την ασφαλή παραμονή των πλοίων, όπου μέσω λιμενικών εγκαταστάσεων, τα πλοία έχουν τη δυνατότητα φορτοεκφόρτωσης εμπορευμάτων, μεταφοράς επιβατών,… … Dictionary of Greek
Επιδαύρου, συνελεύσεις — Ονομασία δύο εθνικών συνελεύσεων στα χρόνια της Επανάστασης. 1. Η Α’ Εθνοσυνέλευση των Ελλήνων. Συγκλήθηκε αρχικά στο Άργος στις 30 Νοεμβρίου του 1821, αλλά εξαιτίας των παρενοχλήσεων των πολιορκούμενων στο γειτονικό Ναύπλιο Τούρκων αποφασίστηκε… … Dictionary of Greek